- προσφιλονεικήσομεν
- προσφιλονεικέωvie withaor subj act 1st pl (epic)προσφιλονεικέωvie withfut ind act 1st plπροσφιλονεικέωvie withaor subj act 1st pl (epic)προσφιλονεικέωvie withfut ind act 1st pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.